ΣΚΈΨΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΦΆΣΙΣΕ
..ήταν ένα μικρό παιδί 5 χρονών θυμάμαι που έρχεται στο όνειρο τα βράδια που κοιμάμαι, διαβάστε λοιπόν προσεκτικά αυτή την ιστορία ,κι όταν τελειώσει, σίγουρα, θα πείτε αμαρτία.
Μια αμαρτία που ο
θεός και μια απροσεξία ,συγκλόνισαν στο έπακρο
όλη την κοινωνία.
Ένα αγοράκι όμορφο
,με μάτια λυπημένα, που ήταν 5 άχρονο συγκλόνισε και εμένα.
Σ' ένα μαγαζί μικρό,
παιχνίδια που πουλούσε, ήτανε με την θεία του ,κι εκείνο τις μιλούσε, αυτό
κρατούσε αγκαλιά ένα μικρό κουκλάκι, πράγμα πολύ ασυνήθιστο για ένα αγοράκι,
στη θεία του έλεγε αυτό αν φτάνουν τα λεφτά του για να αγοράσει το κουκλί που
είχε στην αγκαλιά του ,εκείνη με βαριά φωνή του λέει νευριασμένα, δε φτάνουν
και δεν είχε αυτή να δίνει στον καθένα, τα χρήματα που ήθελαν ,ήταν φτωχοί και
φτάνει.
Δεν δίνω αλλά του
είπε, και να μιλάει δεν κάνει.
Καθώς η θεία του
έφυγε, προχώρησα κοντά του,κι αυτό την κούκλα του κρατά μέσα στην αγκαλιά του.
Του λέω φίλε γιατί
κλαις? τα αγόρια δεν κρατάνε, κούκλες ποτέ στα χέρια τους, ούτε λεφτά ζητάνε.
Αυτή την κούκλα
κύριε, μου λέει δακρυσμένα, θέλω σαν δώρο στην μαμά να πάω από μένα.
Τι θα την κάνει το
ρωτά,εκείνο το παιδάκι .
Κι αυτό μου λέει την
ήθελε,το άλλο μου αδερφάκι.
Τις αδερφής μου
κύριε τις άρεσε θυμάμαι,μου ει χε πει πως αγκαλιά μαζί της θα κοιμάμαι.
Η αδερφή μου στο Θεό
είναι αυτή την ώρα,
Έφυγε από δίπλα μας
εχθές,και μας κοιτάζει τώρα.
Πριν φύγω από το
σπίτι μας μια προσευχή είχα κάνει,να βρω τα χρήματα εγώ,κι η κούκλα αυτή μου
φτάνει,και θα την πάω στη μαμά,που τώρα περιμένει,στην αδερφή μου κύριε θα
πα ει,εκεί που μένει.
Μου είπε κύριε ο
μπαμπάς πως η μαμά μου τώρα,θα γίνει άγγελος κι αυτή στον ουρανό και η ώρα
περνάει γρήγορα,κι εγώ δεν θέλω να αργήσω,θέλω την κούκλα μου αυτή,δώρο να
της χαρίσω.
Στην αδερφή μου
κύριε,να την κρατάει η μαμά μου,όμως δεν έχω ώρα πια,δεν φτάνουν τα λεφτά
μου.
Δεν θέλω η μαμά μου
κύριε να φύγει από κοντά μας,μα ο μπαμπάς μου μου ειπε πως θα 'νε στα όνειρα
μας.
Με τρέλανε η
ιστορία του και βγάζω και του δίνω,
Χρήματα και αγόρασε
την κούκλα του,κι εκείνο μου λέει ,μου λέει αρέσουμε στη μαμά γαρύφαλλα άσπρο χρώμα,κι όπως θα φεύγω λαχταρώ να πάρω ένα ακόμα.
Φεύγοντας ήρθε στο
μυαλό μια είδηση στο νου μου, σ'ένα κανάλι άκουσα, και το αίμα του κορμιού
μου πάγωσε,σαν θυμήθηκα μια θλιβερή ιστορία,πως μεθυσμένος οδηγός χτύπησε μια
κυρία.
Την χτύπησε ενώ
αυτή ήταν σταματημένη,και είχε το κοριτσάκι της που το έλεγαν Ελένη.
Η κόρη της
σκοτώθηκε αμεσος στο τροχαίο,κι εκεινη χαροπαλεύει ,ήταν πολύ μοιραίο.
Άκουσα ύστερα ξανά
στο ιδιο το κανάλι,πως η γυναίκα πέθανε,και δακρυα ήρθαν πάλι στο πρόσωπο μου
και έψαξα να βρω το σπιτικό τους,και
πάω εκεί και ήτανε το σόι το δικό τους.
Είδα τη μάνα του
παιδιού,και είχε στο φέρετρο της,μια κούκλα μες στα χερια της και το γαρίφαλο
της .
Και δίπλα ήταν το
παιδί τη μάνα να κοιτάζει,την αδερφή του έλεγε τη μάνα να αγκαλιάζει.
Να την προσέχει όσο
μπορεί και να έρθουν πάλι πίσω,
Εγώ μανούλα δεν
μπορω χωρίς εσάς να ζήσω.
Και όλα αυτά,όλα
αυτά γιατι αυτός ήτανε μεθυσμένος,και άδικα δυο ψυχές σκότωσέ ο καημένος .
Τώρα αν εισαι σαν
κι αυτόν,κι εσύ που πίνεις κάθε βράδυ,
Σκέψου πως είναι
άδικο,άδικο είναι ,σκέψου πως είναι άδικο να τρέχεις στο σκοτάδι,και να
σκοτώσεις άδικα ψυχή που δε σου φταίει .
Κι αν ήταν το μικρο
παιδί, ο γιος σου ,που τώρα κλαίει?
Τι θα του έλεγες
εσύ?
Τι θα του έλεγες
εσύ αν εκείνος σε ρωτούσε?
Αφού είχε πιει,τι
το ήθελε και έτσι οδηγούσε?
Γιατί
ήπιε τόσο πολύ και φονιάς έγινε πάτερα?
Τι του έφταιγε η
άτυχη η κόρη και η μητέρα?
Γιαυτό πριν
πιεις,σκέψου καλά πως ίσως κάποια μέρα,στη θέση αυτή, η κόρη σου, να νε και η
μητέρα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου